Ο άμαχος πληθυσμός που τρέχει πανικόβλητος στην προσπάθεια να εγκαταλείψει την εμπόλεμη ζώνη, στρατιωτικές περίπολοι, βομβαρδισμένα κτίρια και ο τρόμος στα βλέμματα των ανυπεράσπιστων παιδιών. Εικόνες που δεν σβήνουν γρήγορα από το μυαλό των πολεμικών ανταποκριτών που έχουν αναλάβει την ενημέρωσή μας. Άυπνοι και νηστικοί κάτω υπό τραγικές συνθήκες, ζουν παρέα με τον φόβο, με τις βόμβες και τους πυραύλους, αλλά την ίδια στιγμή, παραμένουν ψύχραιμοι για να μεταδώσουν τις συγκλονιστικές εικόνες από το πεδίο των μαχών.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΧΑΪΝΑ
Οι ανατριχιαστικές σειρήνες του πολέμου, επέστρεψαν στην Ευρώπη από το ξημέρωμα της Πέμπτης 24 Φεβρουαρίου. Οι απεσταλμένοι των ΜΜΕ περιέγραψαν στο ThessToday.gr τις αποκαρδιωτικές στιγμές που βιώνουν αλλά κυρίως τα συναισθήματά τους πίσω από τις κάμερες και τα μικρόφωνα. Τον τρόμο και την δυστυχία που διέκριναν στα μάτια των προσφύγων, αυτών που γίνονται μάρτυρες των συνεπειών της ανθρώπινης εγκατάλειψης.
Μέσα σε μόλις λίγα λεπτά, μας περιέγραψαν την κόλαση που εκτυλίσσεται γύρω τους, την προσπάθειά τους να προστατέψουν τον εαυτό τους από τους βομβαρδισμούς αλλά και την ψύχραιμη αντιμετώπισή τους όσο είναι «στον αέρα». Όταν όμως η κάμερα κλείνει και γυρίζουν στο καταφύγιο που μένουν, τότε, ακόμη και οι πιο δυνατοί «λυγίζουν».
«Οι εικόνες που αντικρίζουμε, μπορεί να μας ταλαιπωρούν για χρόνια»
Ένας από τους πιο έμπειρους πολεμικούς ανταποκριτές, ο Χρήστος Νικολαΐδης, απεσταλμένος του τηλεοπτικού σταθμού OPEN στο Κίεβο, εξήγησε πως οι εικόνες που βλέπει από την πρώτη στιγμή, έχουν όλες ένα κοινό στοιχείο. Την μάχη της απόλυτης επιβίωσης. «Ο κόσμος ζει το σοκ του πολέμου, και βρίσκεται στην ακραία εκδοχή του εαυτού του. Μπορεί να κάνει ακόμη και το μεγαλύτερο έγκλημα. Οι γονείς βλέποντας τα παιδιά τους να κινδυνεύουν, δεν γίνονται καλύτεροι άνθρωποι και αλληλέγγυοι, αλλά μετατρέπονται σε ζώα, που τους ενδιαφέρει μόνο να ζήσουν.
Τα παιδιά μετατρέπονται σε αγρίμια. Τα βλέπω να κοιτάζονται στον καθρέφτη και να λένε πως όταν μεγαλώσουν, το μόνο που θα κάνουν είναι να σκοτώνουν Ρώσους. Ένας πόλεμος διαιωνίζει στην επόμενη γενιά το ίδιο πρόβλημα και το ίδιο μίσος. Αυτή είναι η ουσία του πολέμου».
Οι ένοπλοι ανεκπαίδευτοι πολίτες αποτελούν έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους για τους δημοσιογράφους που καλύπτουν τα γεγονότα, όπως λέει ο κ. Νικολαΐδης. «Δεν είναι ψύχραιμοι και ανά πάσα στιγμή μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν, ακόμη και σε εμάς. Όσοι ζουν σε μία κατάσταση τέτοιας έντασης, ψάχνουν να βρουν παντού τον εχθρό».
«Το πολεμικό ρεπορτάζ για εμένα, είναι η κορωνίδα της δημοσιογραφίας. Είναι το πιο σπουδαίο, δύσκολο και έντονο ρεπορτάζ» υποστηρίζει ο κ. Νικολαϊδης, εξηγώντας πως όλα τα διαφορετικά συναισθήματα με την τεράστια ένταση, δίνουν στον ρεπόρτερ έναν τεράστιο πλούτο.
«Οι εικόνες που αντικρίζουμε, με ανθρώπους να δολοφονούνται, να πετάγονται πτώματα από εκρήξεις, μπορεί να μας μείνουν μέσα στο μυαλό και να μας ταλαιπωρούν για χρόνια. Κάποιοι το βλέπουν στον ύπνο τους και δεν το αντέχουν. Δεν υπάρχει όμως, κάτι πιο αντιπροσωπευτικό για την δημοσιογραφία από το να είσαι ανταποκριτής πολέμου. Υπάρχει απλά η κατάσταση την οποία βλέπεις και ξετυλίγεται μπροστά σου. Ο δημοσιογράφος δεν έχει ούτε τον χρόνο, ούτε την διάθεση να ακολουθήσει μία τακτική, τα πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα. Φοβάμαι αρκετά, αλλά πλέον ξέρω τι να φοβάμαι, ώστε να προστατευτώ. Η δουλειά μου είναι να μεταδώσω αυτό που ζω».
«Τα παιδιά στα σύνορα κρατούσαν τα παιχνίδια τους τόσο σφιχτά, προσπαθώντας να παρηγορηθούν»
Ο Δημήτρης Αλεξάκης, απεσταλμένος οπερατέρ του τηλεοπτικού σταθμού OPEN, ο οποίος βρίσκεται για πρώτη φορά σε εμπόλεμη ζώνη, λέει πως ο φόβος είναι αυτό που τον κρατάει ζωντανό, και τον βοηθάει να εστιάσει καλύτερα σε αυτό που κάνει. Εάν πάψεις να φοβάσαι, τότε είσαι εκτεθειμένος σε άπειρους κινδύνους, εξηγεί. «Όταν πέφτει το σκοτάδι, γίνονται οι περισσότεροι βομβαρδισμοί. Ακούμε συνεχώς τις σειρήνες του πολέμου. Είναι πολύ δύσκολο να κυκλοφορούμε τις νυχτερινές ώρες, γιατί δεν ξέρουμε που είναι ο κίνδυνος, και ποιος μπορεί να είναι».
Το πρώτο βράδυ τους βρήκε σε ένα πάρκινγκ ενός βενζινάδικου, μαζί με εκατοντάδες Ουκρανούς που θεώρησαν το σημείο ασφαλές ώστε να παραμείνουν εκεί. «Ο κόσμος καταφεύγει κάπου με πολύ φως, δημιουργώντας ένα πλήθος, ώστε να νιώθουν ασφαλείς. Φυσικά αυτό είναι εντελώς τυπικό, καθώς δεν αλλάζει κάτι, παρά μόνο στην ψυχολογία τους».
Μιλώντας για τις δυσκολίες που βιώνουν, ανέφερε πως παραμένουν νηστικοί και αύπνοι εδώ και τέσσερις ημέρες. «Δεν υπάρχει ξεκούραση, όταν ξέρεις ότι πάνω σου ενδεχομένως να πετάνε πύραυλοι. Ακούς και νιώθεις τις εκρήξεις, και εύχεσαι να μην συμβαίνει κοντά σου. Το καταφύγιο είναι πρακτικά μία υπόγεια τρύπα, με πρόχειρους πάγκους και καθίσματα. Ένας μικρός χώρος χρησιμοποιείται ως άμεση λύση ανάγκης. Πλέον, δεν θεωρείται δεδομένη ούτε η τροφή μας, αφού το μόνο που τρώμε είναι μπισκότα».Μιλώντας για τις δυσκολίες που βιώνουν, ανέφερε πως παραμένουν νηστικοί και αύπνοι εδώ και τέσσερις ημέρες. «Δεν υπάρχει ξεκούραση, όταν ξέρεις ότι πάνω σου ενδεχομένως να πετάνε πύραυλοι. Ακούς και νιώθεις τις εκρήξεις, και εύχεσαι να μην συμβαίνει κοντά σου. Το καταφύγιο είναι πρακτικά μία υπόγεια τρύπα, με πρόχειρους πάγκους και καθίσματα. Ένας μικρός χώρος χρησιμοποιείται ως άμεση λύση ανάγκης. Πλέον, δεν θεωρείται δεδομένη ούτε η τροφή μας, αφού το μόνο που τρώμε είναι μπισκότα».
«Η επιτυχία μου θα είναι, αν μπορέσω να μεταφέρω τα συναισθήματά μου με την εικόνα που δείχνω στον κόσμο» τονίζει ο κ. Αλεξάκης, και μοιράζεται μία αποκαρδιωτική εικόνα, με ένα αρκουδάκι ενός παιδιού, που βρέθηκε στα συντρίμμια που εκτινάχθηκαν από την πρώτη ρουκέτα που έπληξε ένα πολυώροφο κτίσμα. «Ήταν το παιχνίδι κάποιου μωρού. Αυτό το κτίσμα δεν ήταν μόνο πέτρες και τούβλα, αλλά υπήρχαν μέσα οικογένειες με παιδιά. Είδα τον τρόμο στα μάτια των παιδιών που έφευγαν στα σύνορα και στοιβάζονταν. Προσπαθούσαν να φύγουν από την χώρα και κρατούσαν ένα παιχνιδάκι τόσο σφιχτά, προσπαθώντας να παρηγορηθούν».
«Αναρωτιέμαι εάν ζουν όσοι γνώρισα αυτές τις μέρες ή έγιναν κομμάτια από μία βόμβα»
Η 15η ημέρα στην βομβαρδισμένη Ουκρανία ξημέρωσε σήμερα για τον δημοσιογράφο Γιάννη Σουλιώτη, απεσταλμένο του τηλεοπτικού μέσου ΕΡΤ και της ειδησεογραφικής ιστοσελίδας «Καθημερινή». Από τις 12 Φεβρουαρίου, κάνοντας θεσμικές συνεντεύξεις με καθηγητές στο Κίεβο, βρέθηκε στην ανατολική πλευρά της χώρας, στην περιοχή Ζαπορίζια, που κατέληξε να καλύπτει τις φρικιαστικές στιγμές του πολέμου.
«Δεν ξέραμε πως να αντιδράσουμε, στο άκουσμα της είδησης ότι γίνεται πόλεμος. Κατευθείαν γεμίσαμε με βενζίνη το αμάξι και φύγαμε για το ξενοδοχείο για να δούμε πως θα εξελιχθεί. Εκεί, ζήσαμε τρομερά αντιφατικές εικόνες. Όταν φτάσαμε, είδαμε πως το μέρος ήταν ανακαινισμένο, υπήρχε καζίνο και στριπτιτζάδικο. Κάναμε χαβαλέ με τους συναδέλφους. Όλο αυτό κατέρρευσε, και μέσα σε λίγες ώρες, μετατράπηκε σε καταφύγιο. Η κατάσταση ήταν πολύ δυσάρεστη. Έρχονταν οικογένειες με τα παιδιά και τα σκυλιά τους».
Παράλληλα, η πίεση από το «κοντρόλ» είναι ασφυκτική. Στην παράνοια του πολέμου, όπως λέει ο κ. Σουλιώτης, πρέπει να προστατέψεις τον εαυτό σου και να κάνεις την δουλειά σου. «Μου λένε σε 5′ βγαίνεις. Σκέφτομαι ότι πρέπει να πάρω πράγματα, να φορέσω αλεξίσφαιρο. Την ίδια στιγμή, μου περνάει η σκέψη ενός μεγάλου βομβαρδισμού. Βγαίνουμε στον αέρα και περιμένουμε ακόμη 5′ γιατί δείχνουν βίντεο. Εμείς δεν ξέρουμε πότε θα πέσει βόμβα και αν θα μείνουμε ζωντανοί».
Ο δημοσιογράφος αρχίζει να παρομοιάζει τον εαυτό του με τον κόσμου που βρίσκεται γύρω του. Σκέφτεται, πως οι πολίτες βρέθηκαν με πέντε πράγματα και τα παιδιά του σε ένα ρημαγμένο υπόγειο ενός ξενοδοχείου, το οποίο θεωρείται περιβάλλον ασφάλειας. «Μου έχουν λείψει τα παιδιά μου. Παίζω κρυφτό με τα πιτσιρίκια που είναι εδώ, και ταυτόχρονα βλέπω τύπους να μπαίνουν στο ξενοδοχείο από την πίσω πόρτα, κρατώντας καλάζνικοφ σφηνωμένα στην μασχάλη τους.
Πηγαίνουμε για ύπνο με την σκέψη από τι θα ξυπνήσουμε. Το ψυχολογικό βασανιστήριο πως απόψε μπορεί να είναι το τελευταίο βράδυ. Κοιμάμαι με τον φακό κεφαλής περασμένο στο χέρι μου και έχω το τηλέφωνό μου πάντα φορτισμένο. Όλο αυτό με έχει διαλύσει. Γνωρίζω ανθρώπους νέους και ηλικιωμένους και σκέφτομαι μέρες αργότερα, εάν ζουν ή έγιναν κομμάτια από μία βόμβα».
«Οι άνθρωποι φεύγουν από την Ουκρανία με την σκέψη ότι σύντομα θα ξαναγυρίσουν»
Στα σύνορα Ουκρανίας-Ρουμανίας βρίσκεται η δημοσιογράφος Λευκή Γεωργάκη, απεσταλμένη του τηλεοπτικού σταθμού STAR, μεταδίδοντας τις συγκλονιστικές εικόνες του μαζικού ξεριζωμού και το δράμα της προσφυγιάς.
Εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανοί αλλά και Ευρωπαίοι πολίτες, αναζητούν ασφαλή καταφύγιο πέρα από τα σύνορα της πατρίδας τους και τον εφιάλτη των βομβαρδισμών. «Οι άνθρωποι αυτοί έρχονται εδώ, και δεν θέλουν να φύγουν να βρουν μία δουλειά σε άλλη χώρα. Φεύγουν με το σκεπτικό πως θα γυρίσουν στην πατρίδα τους κάποια στιγμή». Παράλληλα, συγκινητική είναι η εικόνα της επιστροφής, δεκάδων γιατρών και νοσηλευτών, που επιστρέφουν στην Ουκρανία ώστε να βοηθήσουν.
«My country, my home, my war» μας είπε ένας νεαρός που επέστρεφε στην πατρίδα του για να πολεμήσει για αυτήν. Είναι συγκλονιστικό».
Παγωμένη από συναισθήματα, σκέφτεται πού θα πάνε όλοι αυτοί οι άνθρωποι και πώς θα καταλήξουν. «Είναι πολύ σκληρό αυτό που συμβαίνει. Και για αυτούς που φεύγουν, για αυτούς που μένουν πίσω, αλλά και για αυτούς που τους υποδέχονται. Πόσο κουράγιο έχουν όλοι αυτό. Η αγωνία που ζουν είναι σοκαριστική. Σκέφτονται την επόμενη μέρα».